13 Οκτωβρίου: Επέτειος ένοπλου Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908)- Μνήμη Παύλου Μελά Εκτύπωση
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ - Άρθρα Εκπαιδευτικών
Συντάχθηκε απο τον/την Ιωάννα Ρωμανού   
Τρίτη, 09 Οκτώβριος 2012 14:48

13 Οκτωβρίου: Επέτειος ένοπλου Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908)- Μνήμη Παύλου Μελά

0 Ανατρέχοντας στις σελίδες της ιστορίας και μελετώντας τη μακρόχρονη ιστορική πορεία του ελληνισμού, τιμούμε τις μέρες αυτές όλους όσους εργάστηκαν με τη γραφίδα και το όπλο  για τη διασφάλιση της ελευθερίας και της ελληνικότητας της Μακεδονίας.

     Ο Αγώνας βέβαια για την απελευθέρωση της Μακεδονίας ξεκίνησε σχεδόν ταυτόχρονα με την Επανάσταση στη Νότια Ελλάδα, είχε όμως σύντομο και δυσάρεστο τέλος. Τόσο η εξέγερση της Χαλκιδικής με τον Εμμανουήλ Παπά το Μάιο του 1822 όσο και αυτή της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας με τους εντόπιους αρματολούς Γάτσο, Καρατάσο και Διαμαντή τον Ιανουάριο του 1822 κατέληξαν σε σφαγές, λεηλασίες και ολοκαυτώματα. Με την ίδρυσή του ?στα 1833- το Ελληνικό Κράτος αποτέλεσε ένα νέο σημείο αναφοράς για το Μακεδονικό Ελληνισμό. Μάλιστα με την τοποθέτηση του πρώτου Έλληνα προξένου στη Θεσσαλονίκη, του Θεοδώρου Βαλιάνου το ελληνικό στοιχείο βρήκε το φυσικό του στήριγμα.

1

Πρώην Προξενείο - Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα στη Θεσ/νίκη

     Το ίδιο διάστημα στο διεθνές  διπλωματικό πεδίο, η Τουρκία ήταν ο Μέγας Ασθενής καθώς παρουσίαζε συμπτώματα κρατικής αδυναμίας και βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης κινώντας το ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων που επιζητούσαν μερίδιο από  την Οθωμανική  Αυτοκρατορία. Αυτό είναι το λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, στα πλαίσια του οποίου η Ρωσία που προβαλλόταν ως το 1856 ως ο φυσικός προστάτης των ορθοδόξων Ελλήνων, εγκατέλειψε την πολιτική αυτή και στράφηκε προς τους Βουλγάρους. Μεταλλάσσοντας έτσι σε πανσλαβιστική την εξωτερική της πολιτική προσπάθησε να τους αφυπνίσει εθνικά και υπόσχονταν να τους βοηθήσει να προσαρτήσουν τη Μακεδονία, που αποτελούσε και για την ίδια τη Ρωσία, δίαυλο εξόδου στο Αιγαίο.

     Στα πλαίσια αυτών των διεργασιών στα 1870 η βουλγαρική εκκλησία αποσχίστηκε από το Πατριαρχείο Κων/πόλεως και το 1872 αναγνωρίστηκε ως αυτοκέφαλος βουλγαρική εξαρχία. Από την εποχή αυτή αρχίζει να διαμορφώνεται η ιδέα ότι εξαρχικός σημαίνει Βούλγαρος, ενώ Πατριαρχικός σημαίνει Έλληνας. Αυτή ακριβώς η τοποθέτηση του ζητήματος θα αποτελέσει τον άξονα γύρω από τον οποίο θα στραφεί ο  Αγώνας, ειρηνικός στην αρχή και με τα αγριότερα μέσα αργότερα.

      Η προσπάθεια των Βουλγάρων στράφηκε κατ? αρχάς  σε περιοχές της Μακεδονίας που είχαν κατά ένα ποσοστό πληθυσμούς, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν σλαβόφωνα ιδιώματα και μετά επεκτάθηκε. Εκφράζεται αρχικά με τη μεταστροφή του πληθυσμού  από το  Πατριαρχείο στην Εξαρχία, αρχικά με κηρύγματα κι αργότερα με τη βία. Με αναφορές κοινοτήτων που δήλωναν προσχώρηση στη νέα εθνική εκκλησία, αυθόρμητα στην αρχή και με την πίεση ενόπλων ομάδων, των Κομιτατζήδων, αργότερα· με παράδοση εκκλησιών σε Βούλγαρους ιερείς και με φόνους Ελλήνων προκρίτων και ιερέων.

      Το ίδιο συμβαίνει και με τα σχολεία. Προσπάθεια ειρηνική στην αρχή για την εξάπλωση του  Βουλγαρικού σχολείου στη Μακεδονία, διωγμοί και φόνοι δασκάλων ύστερα.  Αποκορύφωμα των βίαιων ενεργειών υπήρξε η επανάσταση του Ίλιντεν στις 20 Ιουλίου 1903 με το κίβδηλο σύνθημα της ανεξαρτησίας στη Μακεδονία. Το Ελληνικό Κράτος αν και παρακολουθούσε τα γεγονότα δίσταζε να συνδράμει για να μην  προκαλέσει την Τουρκία που έπνεε μένεα για τις επαναστατικές κινήσεις στην Κρήτη. Δραστηριοποιούνται όμως μορφωτικοί σύλλογοι και ιδιώτες που αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα του ζητήματος και κατανοούν την αναγκαιότητα ελληνικής εκπαίδευσης στη Μακεδονία.

2

Ίων Δραγούμης

    Το 1903 με πρωτοβουλία του υποπροξένου ΄Ιωνα Δραγούμη ιδρύεται στο Μοναστήρι η Μακεδονική Φιλική Εταιρεία, η οποία αποφάσισε να αντιταχθεί με κάθε τρόπο στα βουλγαρικά σχέδια. Το 1904 ιδρύεται στην Αθήνα το Μακεδονικό Κομιτάτο με παρόμοιες επιδιώξεις. Στη συνέχεια σχηματίστηκαν μικρά ένοπλα σώματα τα οποία ανέβηκαν στη Μακεδονία, για να προστατέψουν τον ελληνικό πληθυσμό από τους Κομιτατζήδες και τους Τούρκους. Ένοπλα σώματα οργανώθηκαν παράλληλα από ντόπιους οπλαρχηγούς όπως ο Καπετάν  Κώτας από τη Ρούλια, ο Γκόνος Γιώτας από τα Γιαννιτσά, ο Μητρούσης από τις Σέρρες, και προβάλλοντας αντίσταση πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος στα χωριά τους.

3      Το Πατριαρχείο στέλνει νέους και δυναμικούς μητροπολίτες σε περιοχές της Μακεδονίας που κινδυνεύουν. Έτσι τοποθετείται ο Γερμανός Καραβαγγέλης στην Καστοριά, ο Χρυσόστομος Καλαφάτης, ο μετέπειτα εθνομάρτυς Σμύρνης στη Δράμα, ο Φώτιος που δολοφονήθηκε αργότερα στην Κορυτσά, ο Κωνσταντίνος στις Σέρρες. Την ίδια χρονιά τοποθετείται πρόξενος στη Θεσ/νίκη ο Λάμπρος Κορομηλάς, που με κάθε μέσο προσπαθούσε να αναχαιτίσει τη βουλγαρική προπαγάνδα και δράση. Πολύ σύντομα με αναφορές προς την κυβέρνηση Θεοτόκη παρουσίαζε την κατάσταση και πρότεινε μέτρα για την ανάληψη του Αγώνα.

      Όλοι αυτοί, κλήρος και λαός, υπάλληλοι, οπλαρχηγοί και παλικάρια, δάσκαλοι και δασκάλες ενθαρρύνουν τους πληθυσμούς που άρχισαν να συνεργάζονται, να βοηθούν, να εξασφαλίζουν επικοινωνίες, να κρύβουν Μακεδονομάχους, να τρέφουν από το υστέρημά τους, να νοσηλεύουν πολεμιστές. Τους χωρικούς αυτούς, ιδίως τους σλαβόφωνους, οι Βούλγαροι τους ονόμαζαν περιφρονητικά Γραικομάνους, αλλά το όνομα έμεινε να σημαίνει τη μετά μανίας αγάπη για την πατρίδα.

    Αυτά τα δύσκολα χρόνια ήρθε στη Μακεδονία ο Παύλος Μελάς. Απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων, παντρεύτηκε την κόρη του πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, Ναταλία. Το ενδιαφέρον της οικογένειας Δραγούμη ήταν ζωηρό για τη Μακεδονία και έτσι ευαισθητοποιήθηκε και ο Παύλος Μελάς. Από το 1897 μαζί  με το Μαζαράκη και το Φωτιάδη φρόντισε για την αποστολή ενός σώματος στη  Μακεδονία. Το 1904 ήλθε ο ίδιος με τρεις αξιωματικούς να εκτιμήσουν την κατάσταση. Στις 14 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς ορίστηκε από το Μακεδονικό Κομιτάτο της Αθήνας γενικός αρχηγός των σωμάτων στην περιοχή Μοναστηρίου- Καστοριάς ,με το πλαστό όνομα Μίκης Ζέζας. Μετά την ανάληψη της αρχηγίας έγραφε στη γυναίκα του: « Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα  με όλη μου την ψυχή και με την ιδέα ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω. Έχω δε την πεποίθηση, έχω και υπέρτατο καθήκον να θυσιάσω το παν ώστε να πείσω την Κυβέρνηση και την κοινή γνώμη γι? αυτό».

4

Παύλος Μελάς

     Και ο λόγος του επαληθεύτηκε. Καθώς μετά από πολλές περιπλανήσεις στα χωριά της Καστοριάς βρέθηκε στη Στάτιστα δολοφονήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1904 από ένα τουρκικό απόσπασμα μετά από προδοσία του κομιτατζή Μήτρου Βλάχου. Ο θάνατος του Παύλου Μελά διαδόθηκε σαν αστραπή στην   Αθήνα. Συντάραξε και παρακίνησε πολλούς συναδέλφους του αξιωματικούς να βγουν με σώματα στη Μακεδονία. Κι ο Αγώνας συνεχίστηκε με τον Κατεχάκη, το Ρήγα, τον καπεταν Άγρα, που πολέμησαν με νύχια και με δόντια μέσα στο Βάλτο, στη λίμνη των Γιαννιτσών, στην οποία είχαν βρει καταφύγιο οι κομιτατζήδες και καταδυνάστευαν τα γύρω χωριά. Πήρε τέλος μόνο μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τα ελληνικά στρατεύματα το 1912.

5   Επιχειρώντας έναν απολογισμό του Αγώνα θα είχαμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Η αριθμητική δύναμη των ελληνικών σωμάτων δεν ξεπέρασε τους 2000 άνδρες, ωστόσο αυτά υπερείχαν στρατιωτικά χάρη στην ικανότητα των αρχηγών και τον εθελοντισμό όσων έλαβαν μέρος. Αυτή η μικρή δύναμη υποστηριζόταν και από ένα πολύ καλό δίκτυο πληροφοριοδοτών σε πόλεις και χωριά. Στην αρχή βέβαια υπήρξαν μαζικές καταστροφές σωμάτων, γρήγορα όμως προσαρμόστηκαν στην ιδιομορφία της αναμέτρησης.

Η σημασία του Μακεδονικού Αγώνα για τον Ελληνισμό είναι σίγουρα αναμφισβήτητη. Ο ιδιότυπος αυτός Αγώνας  άργησε να γίνει γνωστός γιατί από τη φύση του  έπρεπε να μείνει κρυφός. Οι διεκδικήσεις όμως των γειτόνων δυστυχώς δεν έπαψαν με το τέλος της ένοπλης φάσης στα 1908. Ανέκυψε και πάλι με την  πρώτη και δεύτερη βουλγαρική κατοχή κατά τους δύο Παγκοσμίους πολέμους και εμφανίστηκε με νέα μορφή το 1944 με την επινόηση του « Μακεδονικού Κράτους» από τον ηγέτη της πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβίας, Τίτο.

Το ζήτημα παραμένει ως σήμερα ανοιχτό και σίγουρα η ευθύνη βαραίνει τις πολιτικές ηγεσίες γιατί για έναν αιώνα έδειξαν αδράνεια και αδιαφορία με εξαίρεση κάποιες προσωπικότητες που εργάστηκαν και εργάζονται με πάθος για τη Μακεδονία.

 

 

scroll back to top
 


Writing