Οργάνωση

Albanian Bulgarian English French German Italian Japanese Russian Spanish Ukrainian
Τελευταία Ενημέρωση
30-06-2021 10:29

   

    ? Το Σχολείο:  timoni

Πρόσφατες δημοσιεύσεις

ossf


Designed by:
kou_vas kou_vas under danemm ordering

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α΄ΛΥΚΕΙΟΥ: Ρέα Γαλανάκη (1947- ) "Eλένη ή ο Κανένας" Εκτύπωση
Εκπαιδευτικό Υλικό - Γλωσσικές Επιστήμες (linguistics) (Α΄)
Συντάχθηκε απο τον/την Ιωάννα Ρωμανού   
Τρίτη, 20 Δεκέμβριος 2016 07:36

Ρέα Γαλανάκη (1947- )  Eλένη ή ο Κανένας Εκδ. Άγρα

http://www.biblionet.gr/author/4440/ 


Η υπόθεση του μυθιστορήματος

Στη νιότη της η Σπετσιώτισσα Ελένη Μπούκουρα (1821 ? 1900), κόρη του καπετάν Γιάννη Μπούκουρα, αφού έζησε κάποια χρόνια στην Αθήνα και μαθήτευσε κοντά στον Ιταλό ζωγράφο Ραφαέλο Τσέκολι,  ντύθηκε άντρας με τη σύμφωνη γνώμη του πατέρα της, για να μπορέσει να σπουδάσει ζωγραφική (σχέδιο του γυμνού σώματος) στην Ιταλία. Εκεί, γνώρισε και παντρεύτηκε τον ζωγράφο Σαβέριο Αλταμούρα, απέκτησε μαζί του τρία παιδιά, (ανάμεσά τους και το θαλασσογράφο Ιωάννη Αλταμούρα), επέστρεψε εγκαταλειμμένη από τον άντρα της στην Αθήνα και εργάστηκε ως ζωγράφος. Στα γηρατειά της έζησε δυο δεκαετίες έγκλειστη στο παραθαλάσσιο σπίτι τους στις Σπέτσες, παροπλισμένη πια ζωγράφος και χαροκαμένη μάνα, αφού έχασε δύο παιδιά της από τη φυματίωση σε νεαρή ηλικία (τη Σοφία και τον Ιωάννη),  αγγίζοντας την παραφροσύνη. Έτσι δραματική  διάβηκε η ζωή της πρώτης Ελληνίδας ζωγράφου, το μυστήριο της οποίας δεν έχει πλήρως ξεκλειδωθεί. Με το μυθιστόρημα «Ελένη ή ο Κανένας» η Ρέα Γαλανάκη επιχειρεί να προσεγγίσει τον πολυκύμαντο βίο της Ελένης Μπούκουρα ? Αλταμούρα με τα αντικλείδια της αφηγηματικής της τέχνης.

1
Η Ελένη Μπούκουρα ως Χρυσίνης Μπούκουρας ή ?ης στο μοναστήρι του Αγίου Ισιδώρου στη Ρώμη, στη Σχολή των Ναζαρηνών ζωγράφων

 

Απόσπασμα

 

            Β΄ Μέρος  Ε

(Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε τρία μέρη και 24 κεφάλαια όσες και οι ραψωδίες των ομηρικών επών)

Η μάνα και ο αδερφός μου έμειναν στο λιμάνι του Πειραιά μέχρις ότου δεν μπορούσαν πια να διακρίνουν τον πατέρα μου κι  εμένα στο κατάστρωμα του μεγάλου ιστιοφόρου, που εκτελούσε το δρομολόγιο από τον Πειραιά στη Νάπολη της Ιταλίας. Την έβλεπα κι εγώ, όρθια κατά την εθιμοτυπία του αποχαιρετισμού και στηριγμένη στο μπράτσο του γιου της, ώσπου δεν μπορούσα ούτε κι εγώ να διακρίνω τα χρωματιστά φορέματα και την κεντητή μαντήλα μιας ανά τους αιώνες αναλλοίωτης μόδας και νοοτροπίας...

Ώρες προσευχών και ποταμοί δακρύων δεν μπόρεσαν να την φιλέψουν με ένα αντίδοτο για το φαρμάκι που της έδινε η αλαφροΐσκιωτη πρώτη της θυγατέρα. Κατανοούσα και συνέπασχα, αλλά δεν έπρεπε να αφεθώ ή να ενδώσω. Έπρεπε να της φύγω μέσα στον Απρίλη, όπως αναχωρεί κανείς μέσα στην πρώιμη, την ειρωνική γαλήνη του γαλάζιου και του πράσινου αυτού μήνα, για να μην επιστρέψει, παρεκτός αν μεσολαβήσει ένα θαύμα. Στα εικοσιεφτά μου, είχε αποκάμει πια η μάνα να μου γυρεύει στεφανώματα. Ας έστεργα τουλάχιστον, έλεγε κάθε μέρα όλο το χειμώνα, να μείνω να γεράσω απάντρευτη κοντά στις παντρεμένες αδερφές μου, κι ας βουρλιζόμουν ως το τέλος της ζωής μου από τα δαιμόνια της ζωγραφικής. Μα εγώ γύρευα Ακαδημίες και περγαμηνές. Τεκμήρια των αντρών. Για να τα κάμω τι, αναρωτιόταν. Με την προίκα μου θα μπορούσα οποιαδήποτε στιγμή να παντρευτώ καλά, επέμενε, αγνοώντας πως εγώ είχα συμφωνήσει με τον κύρη μου να με συντηρεί από το κεφάλαιο αυτής της προίκας, όσο θα έμενα για σπουδές στην Ιταλία. Καλά είχε κάμει, πρόσθετε, που ποτέ δεν αποδέχτηκε τα θέατρα και τα καλά τους. Ιδού που ο άντρας της είχε τώρα ξεσηκωθεί από τα μάγια τους και τους έπαινους του Τσέκολι, και συναινούσε να πάω στα ξένα για να δω τις πιο σπουδαίες ζωγραφιές, μα προπαντός για να σπουδάσω τα λίγα, όσα μπορούσα κι εκεί να σπουδάσω ως γυναίκα στα εργαστήρια της ζωγραφικής.

.........................................................................................................................................

Ο πατέρας μου ντυμένος στα νησιώτικά του ρούχα με συνόδεψε στον δρόμο από τη Νάπολη μέχρι τη Ρώμη, δρόμο που ένα μεγάλο μέρος του κάναμε πεζοί, όπως θα με είχε συνοδέψει νύφη στην εκκλησιά, εάν το είχε αξιωθεί. Κάθε του αμφιβολία, αν έπραττε σωστά οδηγώντας με στο άγνωστο, κρυβόταν πίσω από τη χαρμοσύνη των ωραίων ημερών και την ανάγκη του να με εμψυχώνει...

Βιαζόταν λοιπόν να με οδηγήσει στην Αιώνια Πόλη κι εκεί να με εμπιστευθεί στη μύηση της τέχνης, ακριβώς όπως θα με εμπιστευόταν στη συνέχεια ενός άλλου άντρα. Νομίζω πως γι? αυτόν κυρίως το λόγο είχε φορέσει τα καλά του ρούχα, αυτά που θα φορούσε για να με πάει περπατώντας νύφη στην εκκλησία του νησιού, τριγυρισμένος από τα όργανα, τα τραγούδια, τις ευχές και τα απριλιάτικα λουλούδια. Ρούχα που τον τραβούσαν πίσω στον δικό του γάμο και τον πήγαιναν μπροστά στο θάνατό του, όπως μου είπε, όταν καθίσαμε για να ξεκουραστούμε το πρώτο μεσημέρι της πορείας μας σε κάποιο πανδοχείο έξω από την Νάπολη.

Έξω από τη Νάπολη κρύφτηκα σε μια συστάδα από πικροδάφνες και συκιές, που θέριευαν αντλώντας από τα χαλάσματα μιας αγροικίας. Εκεί άλλαξα. Είχα αγοράσει ένα αντρικό σκούρο κουστούμι, ακριβώς σαν εκείνα που φορούσανε οι κομψοί νέοι της πόλης. Τόνισα τη σοβαρότητα του χρώματος και των προθέσεών μου συντάσσοντας με το σκούρο χρώμα του ένα πουκάμισο από λευκή φίνα βατίστα. Έκανε ζέστη, μα καθώς τρέμοντας ντυνόμουν, γύρισα να κοιτάξω ποιοι βρίσκονταν μάρτυρες στη μεταμόρφωσή μου. Επισήμανα της θάλασσας το μπλάβο, το κεραμιδί και το ωχρό της πολιτείας πιο πέρα, το κοντινό μου πράσινο και το φαιό, το φωτεινό ουρανί και το φλύαρο των ασπροκίτρινων χαμομηλιών. Φιλάρεσκα έδεσα ένα μεταξωτό φουλάρι στον λαιμό μου? ρόδο με ελάχιστο γαλάζιο, ανταύγεια νερών όταν πλαγιάζει ο ήλιος. Φόρεσα τις δερμάτινές μου μπότες και διόρθωσα την καμπύλη της ασημένιας μου καδένας. Στην άκρη της κρεμότανε ένα ρολόι.Το κοίταξα. Μετέωρη, εύθραυστη, σημαδεμένη μου έδειξε την ώρα. Στερέωσα ένα καθρεφτάκι στα κλαδιά, για να βάλω πάνω στα κουρεμένα μου μαλλιά  ένα αντρικό καπέλο.Κοίταξα το πρόσωπό μου στον καθρέφτη. Η παρθένος ζωγράφος απουσίαζε, έχοντας φαίνεται ξεκινήσει για να επιστρέψει στην αττική Ανατολή, όπου ανήκε.

                       Ρέα Γαλανάκη  Eλένη ή ο Κανένας Εκδ. Άγρα  σσ. 63-64,  66, 69

Λεξιλόγιο

βατίστα: διάφανο, λεπτό ύφασμα, συνήθως βαμβακερό.

το μπλάβο: το σκούρο γαλανό, το βαθυγάλανο, το μελανό

φαιό: σταχτί, σκουρόχρωμο


Μια απόπειρα προσέγγισης

1. Η Ελένη Μπούκουρα γεννήθηκε στις Σπέτσες το 1821, χρονιά κήρυξης της Ελληνικής Επανάστασης. Αφού εντοπίσετε τις Σπέτσες στο χάρτη, να ανακαλέσετε τις γνώσεις σας για τη συμβολή του νησιού στον επαναστατικό Αγώνα των Ελλήνων με τη βοήθεια του συνδέσμου.

http://www.apan.gr/images/nea/2013/epanastatika-spetson/spetses.pdf

2.  Ποια σπουδαία γυναικεία φυσιογνωμία της Επανάστασης, που σταθερά μάλιστα ενέπνεε την Ελένη,  έζησε και έδρασε στις Σπέτσες;

3. Πως αντιμετωπίζει η μητέρα της Ελένης την απόφαση της κόρης της; Ποια ήταν τα όνειρά της γι? αυτήν;

4. Ποια στερεότυπα για τη θέση  και την  εμφάνιση της γυναίκας εντοπίζετε στο απόσπασμα; Επιζούν αυτά σήμερα;

5. Ποια συμπεράσματα βγάζετε από τις δραστηριότητες του καπετάν Γιάννη Μπούκουρα για το χαρακτήρα του, με βάση το δημοσίευμα που σας δίνεται;

http://mikros-romios.gr/ 

6. Πως επηρέασαν αυτές τη στάση του απέναντι στις επιλογές της Ελένης; Θεωρείτε ότι αυτή είναι αντιπροσωπευτική της στάσης  όλων των πατεράδων της εποχής του;

7. Γιατί η Ελένη αποφάσισε να ζήσει και να σπουδάσει τη ζωγραφική τέχνη  στην Ιταλία; Τί προοπτικές είχε στην μετεπαναστατική Ελλάδα;

8. Τι δηλώνει το επίσημο γιορτινό ντύσιμο του καπετάν Γιάννη καθώς συνοδεύει την κόρη του από τη Νάπολη στη Ρώμη; Γιατί μέχρι σήμερα χαρακτηρίζουμε τη Ρώμη «Αιώνια Πόλη»;  

9. Γιατί η Ελένη αποφάσισε να μεταμφιεστεί σε άντρα; Τί περιλαμβάνει αυτή η μεταμφίεση; Τί σημαίνει και πόσο εύκολη  είναι για κάθε άνθρωπο;

10. Ποια στοιχεία στην αφήγηση, και ιδιαίτερα στην σκηνή της μεταμφίεσης, μαρτυρούν ότι η ηρωίδα μας είναι ένας άνθρωπος με οξυμμένη καλλιτεχνική όραση και ευαισθησία;

11. Να σχολιάσετε τη φράση: Μετέωρη, εύθραυστη, σημαδεμένη μου έδειξε την ώρα.

12. Ποιο είναι το νόημα της τελευταίας περιόδου του αποσπάσματος;

13. Υποθέστε πως είστε η Ελένη και γράψτε μια σελίδα στο ημερολόγιό σας την ημέρα που μεταμφιεστήκατε άντρας στο δρόμο για τη Ρώμη.

14. Μπορείτε να σκεφτείτε τώρα γιατί  η συγγραφέας έδωσε τον τίτλο Eλένη ή ο Κανένας στο μυθιστόρημά της; Πού παραπέμπουν τα ονόματα;

 15. Πόσο έχει αλλάξει η εποχή μας από την εποχή της Ελένης; Υπάρχουν και χώροι από τους οποίους αποκλείεται η γυναικεία συμμετοχή στην πατρίδα μας και αλλού;

16. Ποιος αφηγείται την ιστορία; Τί είδους αφήγηση έχουμε;

17. Να εκτιμήσετε τη λογοτεχνική γραφή της Ρέας Γαλανάκη.

18. Υπάρχει άραγε κάτι που θα μπορούσε να σας συνεπάρει και να σας παθιάσει ώστε να επιχειρήσετε κάτι τόσο τολμηρό και ανατρεπτικό όσο η Ελένη, για να το κατακτήσετε;


Μικρές διαθεματικές εργασίες

1. Να αναζητήσετε στο διαδίκτυο τον πίνακα της Ελένης Μπούκουρα ? Αλταμούρα με τίτλο «Η Απελπισία» και γνωρίζοντας την πολυκύμαντη ζωή της, να τον παρουσιάσετε και να προσπαθήσετε να τον «διαβάσετε».

2. Να ετοιμάσετε μία μικρή παρουσίαση για τη ζωή και το έργο του ζωγράφου Ιωάννη Αλταμούρα, γιου της Ελένης.

 

scroll back to top
Τελευταία Ενημέρωση στις Πέμπτη, 19 Ιανουάριος 2017 13:42
 
?? Επιστροφή


Writing