30-06-2021 10:29
Μαζί μας είναι...
Πρόσφατες δημοσιεύσεις
Designed by: |
kou_vas under danemm ordering |
ΙΣΤΟΡΙΑ Β' ΛΥΚΕΙΟΥ: Αναγέννηση και Ανθρωπισμός (ολοκλήρωση) |
Εκπαιδευτικό Υλικό - Θεωρητικές-Κοινωνικές-Οικονομικές επιστήμες (Β΄) | |||
Συντάχθηκε απο τον/την Ιωάννα Ρωμανού | |||
Τρίτη, 23 Απρίλιος 2013 13:28 | |||
Αναγέννηση και Ανθρωπισμός (ολοκλήρωση) Η συμβολή των Ελλήνων λογίων στην ανθρωπιστική κίνηση Αναγκαίες επισημάνσεις
Παρουσία και ουσιαστική συμβολή Ελλήνων λογίων στην αναβίωση των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση, πριν και μετά την Άλωση. Τέλη 14ου αι. Μανουήλ Χρυσολωράς στη Βενετία. Με αφορμή τη Σύνοδο της Φερράρας -Φλωρεντίας (1439) βρίσκονται στην Ιταλία οι: Γεώργιος Σχολάριος, Μάρκος ο Ευγενικός, Νικαίας Βησσαρίων και Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων. Διαπρεπείς λόγιοι διδάσκουν στα ιταλικά πανεπιστήμια και παρουσιάζουν επίσης αξιόλογη εκδοτική δραστηριότητα. 15ος-16ος αι. Ίδρυση βιβλιοθηκών και διάσωση ελληνικών χειρογράφων. Μαρκιανή Βιβλιοθήκη Βενετίας Λαυρεντιανή Βιβλιοθήκη Φλωρεντίας.
Μια νέα αντίληψη για την αγωγή και την επιστήμη Ο Έρασμος, κύριος εκφραστής της αναγεννησιακής αντίληψης για τη δύναμη της αγωγής: Οι άνθρωποι δε γεννιούνται, αλλά γίνονται». Η πρόοδος της επιστήμης βασίζεται στην παρατήρηση, την εμπειρία και το πείραμα.
γ. Η τυπογραφία και η διάδοση της Αναγέννησης και του Ανθρωπισμού Ευρωπαϊκός χαρακτήρας Αναγέννησης και Ανθρωπισμού. Κοιτίδα των κινημάτων αυτών η Ιταλία-Εξάπλωση στη Βόρεια Ευρώπη (Κάτω Χώρες, Γερμανία), στη Γαλλία και την Ιβηρική Χερσόνησο. Πόλεις με πανεπιστήμια λειτουργούν ως εκδοτικά κέντρα (Αμβέρσα, Παρίσι, Στρασβούργο, Μιλάνο, Βενετία). Καθοριστική η συμβολή της τυπογραφίας στη διάχυση και διάδοση των νέων ιδεών, που εφευρέθηκε περί τα 1450 από τον Ιωάννη Γουτεμβέργιο στη Μαγεντία της Γερμανίας.
Συνέπειες Πρόσβαση στη γνώση. Καλλιέργεια φιλομάθειας. Περιορισμός αναγνωστικού κοινού στις πόλεις. Απουσία απλού λαού από τα διαδραματιζόμενα. Η διαδικασία της καθολικής αφύπνισης θα ξεκινήσει την περίοδο του Διαφωτισμού. ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Η παρουσία και η διαδρομή στη ζωή αυτού του μεγάλου αγνοούμενου Έλληνα, δηλαδή του Βησσαρίωνα, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η ανάδειξη των ερωτημάτων και η αναζήτηση των δρόμων της αναγέννησης στην αρχή, όταν υπήρχαν ακόμη ελπίδες και της σωτηρίας αργότερα της Ελλάδας. Το πρώτο πεδίο μιας δικής μας σύγχρονης συνάντησης μαζί του είναι αυτό των πόλεων. Ο Βησσαρίων είδε στις πόλεις τις αναγεννητικές οντότητες της νέας ελληνικής παρουσίας στον διαμορφούμενο τότε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο χάρτη. Ήταν η περίοδος του περάσματος από τις αυτοκρατορίες στις πόλεις και η κλασσική του παιδεία του επέτρεπε να δει τον ρόλο των πόλεων. Η σκέψη του αυτή αναπτύσσεται κατ?αρχήν στο «Τραπεζούντος εγκώμιον», στο εγκώμιο προς τη γενέτειρα πόλη του την Τραπεζούντα. Αυτήν την ελληνική, παγκόσμια, άπειρη πόλη θα λέγαμε σήμερα. Η ιδέα της πόλης επανέρχεται αργότερα στην ενθάρρυνση-προτροπή του προς τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, Δεσπότη του Μωρηά, για τη θεμελίωση μιας νέας πόλης, στα Εξαμίλια της Κορινθίας. Ήταν η ιδέα της αντίστασης στην οθωμανική βαρβαρότητα ως πολεοδομικό σύστημα, την περίοδο που οι Οθωμανοί ολοκλήρωναν την καταστροφή των βυζαντινών πόλεων. Το δεύτερο πεδίο επικαιρότητας του Βησσαρίωνα είναι αυτό των περιφερειών, της σύγχρονης ελληνικής πολυκεντρικότητας, της επαναθεμελίωσης του κράτους. Ο Βησσαρίων κατανόησε ότι οι αποδιαρθρώσεις και οι μετασχηματισμοί της εποχής του αποδυνάμωναν το κέντρο και μετέφεραν το βάρος στις περιφέρειες. Αυτοί οι προβληματισμοί και οι σχεδιασμοί αναπτύχθηκαν στους Βατάτζηδες της Νικαίας, στους Κομνηνούς της Τραπεζούντας, στην Ήπειρο. Το μεγάλο όμως εργαστήριο όλων αυτών των ιδεών, ο χώρος επιστροφής της Ακαδημίας του Πλάτωνα ήταν ο Μυστράς του Πλήθωνα. Εκεί όπου γεννήθηκε η ευρωπαϊκή αναγέννηση. Είχε κυοφορηθεί πριν στις περιοδικές βυζαντινές ρωμαίικες αναγεννήσεις. Η σημασία της περιφερειακής διάστασης, όπως θα λέγαμε σήμερα, των θεσμικών, οικονομικών, κοινωνικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, αναδεικνύεται στην ίδια επιστολή-υπόμνημα προς τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Ο Βησσαρίων δεν διέκρινε δυνάμεις αντίστασης και νέες δημιουργίες στο κέντρο, την Κωνσταντινούπολη. Ήξερε την πραγματικότητα εκεί. Αυτές τις έβλεπε στην περιφέρεια, την Πελοπόννησο, το πεδίο επαναθεμελίωσης και αναδιοργάνωσης μιας νέας κρατικής οντότητας. Αν στο υπόμνημα προς τον Παλαιολόγο έχουμε μια διανοητική, συμβουλευτική εμπλοκή του Βησσαρίωνα, στο ζήτημα των περιφερειών, λίγα χρόνια μετά, αυτή παίρνει μια περισσότερο πρακτική μορφή. Αυτή του Βησσαρίωνα ως κυβερνήτη της Μπολώνιας. Το πρότυπο της διακυβέρνησης της Μπολώνια, της Εμίλια-Ρωμάνια, που αποτέλεσε τις πρόσφατες δεκαετίες αντικείμενο παγκόσμιου ενδιαφέροντος, είχε την αφετηρία του στον Βησσαρίωνα ως καλό κυβερνήτη. Το τρίτο πεδίο μιας σύγχρονης γόνιμης συνάντησης μαζί του είναι αυτό των νέων τεχνολογιών. Εμείς βρισκόμαστε στην εποχή του ηλεκτρονικού διαδικτύου. Αυτός έζησε εκείνη της ανακάλυψης της νέας τέχνης της τυπογραφίας αλλά και κυοφορίας πολλών επιστημονικών και τεχνολογικών ανακαλύψεων. Κατανόησε άμεσα τη δυνατότητα που το νέο μέσο τυπογραφίας πρόσφερε για τη διάδοση των ιδεών της κλασσικής παιδείας, που θεωρούσε αναγκαίες για την ηθική πρόοδο της ανθρωπότητας. Όταν η ανθρωπότητα είχε ανάγκη την πόλη, την εκκλησία της πόλης, τους πολίτες και τον λόγο. Αυτή την ανάγκη έχει και σήμερα. Η τυπογραφία ήταν ένα από τα δώρα του Βησσαρίωνα προς τη Βενετία και την Ιταλία. Και οι δύο οφείλουν σ?αυτόν την εισαγωγή της τυπογραφίας λόγω της προγενέστερης επαφής του με την ομάδα των τυπογράφων της Νυρεμβέργης. Το μεγαλύτερο δώρο του προς την πρώτη ήταν η πολύ πλούσια βιβλιοθήκη του. Ο Βησσαρίων ήταν εμπνευστής των ακαδημιών, αλλά και ως συνεχιστής των βυζαντινών, «των βιβλιοθηκαρίων της κλασσικής Ελλάδας», ήταν ο δημιουργός των βιβλιοθηκών τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Δυτική Ευρώπη. Η βιβλιοθήκη του ήταν η μεγαλύτερη στην Ευρώπη εκείνη την περίοδο. Ήταν μεγαλύτερη του Βατικανού που τότε ήταν ασήμαντη. Χάρις σε αυτή τη συνάντηση με το Βησσαρίωνα και τους Έλληνες λογίους η Ιταλία συνέχισε και ακολούθησε τον ελληνικό τρόπο. Ειπώθηκε ότι «η Ελλάδα δεν έπεσε αλλά πέρασε στην Ιταλία».Η συνάντηση, η σύνθεση, ακόμη και η ταύτιση της ελληνικότητας με την ιταλικότητα, εκτός από αυτό το πέρασμα έγινε και διαμέσου της Μεγάλης Ελλάδας, της Magna Grecia. Η ιταλικότητα χωρίς την ελληνικότητα θα ήταν πολύ φτωχή ή δεν θα ήταν ιταλικότητα. Τελικά η ιταλικότητα και η ελληνικότητα στην Ιταλία έχουν πολύ στενούς δεσμούς όχι μόνο πνεύματος αλλά και αίματος. Εκτός από τη Βενετία είναι και το Παρίσι που δέχεται από το Βησσαρίωνα το δώρο της νέας τέχνης, της τυπογραφίας. Οι πρώτοι τρεις τυπογράφοι έρχονται στο Παρίσι μετά από πρόσκληση του Guillame Fichet πρύτανη της Σορβόνης, στενού συνεργάτη και φίλου του Βησσαρίωνα. Οι πρώτες εκδόσεις του είναι οι λόγοι του Βησσαρίωνα ενάντια στους Τούρκους(1471) και ορισμένες εκδόσεις των Ελλήνων κλασσικών.
«Ανάλογη πορεία ?από τον απερίφραστο θαυμασμό για τη Δύση στην τελική μεταστροφή στον ρωμαιοκαθολικισμό ? ακολούθησε και ο μητροπολίτης Νίκαιας Βησσαρίων? Με τον τίτλο αυτό (σσ. του μητροπολίτη) έλαβε μέρος στη σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, όπου αν και μέλος της ορθόδοξης αντιπροσωπείας πήρε αμέσως το μέρος των Ρωμαιοκαθολικών και πολέμησε με πάθος για την υποταγή της εκκλησιαστική Ανατολής στην παπική Δύση. Επιστρέφοντας στη μητρόπολή του αγωνίστηκε για την εφαρμογή των ενωτικών αποφάσεων αυτής της συνόδου, αλλά η λαϊκή αντίσταση που συνάντησε τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Ιταλία και να εγκατασταθεί οριστικά εκεί. Ο πάπας Ευγένιος ο Δ΄ τον αντάμειψε για την πιστότητα της αφοσίωσής του στη Δύση και τον ανακήρυξε καρδινάλιο?» «Χρήστου Γιανναρά «Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα» Εκδόσεις Δόμος
Η έξοδος της δυτικής Ευρώπης από το Μεσαίωνα της ιδιωτικής φεουδαρχίας οδηγεί ακριβώς στην προσέγγιση του ελληνικού προηγούμενου και κατά κυριολεξία στην οργανική πρόσδεσή της σ'αυτό, υπό συνθήκες αναλογίας. Η πρόσδεση αυτή θα γίνει αρχικά πάνω στα θεμέλια του οικουμενικού Βυζαντίου εν αναφορά ή μη προς το μορφολογικό του προηγούμενο, τη Ρώμη. Η άλωση, και συγκεκριμένα η εξαφάνιση του κοσμοπολιτειακού ηγετικού προτύπου, που οδηγούσε μέχρι τότε το οικουμενικό ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα, δεν θα επαναφέρει τις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες στη φεουδαρχία, πολλώ μάλλον αφού το βυζαντινό κοσμοσύστημα θα εξακολουθήσει να κυριαρχεί στις εξελίξεις μέσω των ιταλικών πόλεων - κρατών. Θα τις καθοδηγήσει όμως προς το άρμα του αρχαίου ελληνικού κρατοκεντρισμού των πόλεων με τις οποίες είχαν ήδη ανοίξει ένα γόνιμο διάλογο με δίαυλο την ελληνική γραμματεία. Από το άλλο μέρος, η φυγή του βυζαντινού ανθρωπισμού στη "Δύση" και ουσιωδώς στην ιταλική περιοχή του ελληνικού κοσμοσυστήματος, δεν θα συμβάλλει απλώς στην Αναγέννησή της. Θα δημιουργήσει συγχρόνως τη γέφυρα με την οποία θα διασφαλισθεί η αδιάκοπη συνέχεια του ελληνικού ανθρωπισμού. Με την έννοια ότι θα αποτελέσει πιά μια ενιαία, συμπλέουσα, παγκόσμια συνιστώσα του πολιτισμού, που θα επιταχύνει και τις εσωτερικές εξελίξεις στην ελληνική κοινωνία για να οδηγηθεί τελικά στην έξαρση του 18ου και του 19ου αιώνα. Πράγματι, η περίοδος που ακολουθεί την Άλωση, μολονότι θα συμπέσει με μια αξιόλογη κάμψη της ελληνικής κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα, ο ελληνισμός δεν παύει να διατηρεί μια περίοπτη θέση στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και πνευματική ζωή της ευρωπαϊκής ηπείρου και της μεσογειακής λεκάνης.Την περίοδο αυτή θα ολοκληρωθεί ο ρόλος των βυζαντινών ανθρωπιστών στη δυτικο-ευρωπαϊκή αναγέννηση των οποίων οι επίγονοι εξακολουθούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους και κατά τον 16ο αιώνα. Κατ'αυτήν άλλωστε την περίοδο θα σημειωθεί και η αναγκαία ζύμωση και προετοιμασία για τη μετάβαση στο νεοελληνικό ανθρωπισμό. Αν επιχειρήσουμε μια συγκριτική αναγωγή της ελληνικής περίπτωσης στη δυτικο-ευρωπαϊκή αναγεννησιακή διαδικασία θα διαπιστώσουμε, κατά τη γνώμη μας, αβίαστα, ότι η ανακάλυψη και μάλιστα η όσμωση από τους ευρωπαϊκούς λαούς της κοινωνικής ατομικότηταςκαι της πολιτικής θα γίνει με μεγάλη καθυστέρηση, προς τον 19ο και ως προς τα ουσιώδη κατά τον 20ό αιώνα. Η προσέγγιση της παιδείας - μέσω της ελληνικής γραμματείας - από τα άρχοντα δυτικο-ευρωπαϊκά στοιχεία,συμβαίνει όταν στον ελληνικό κόσμο καταγράφεται η συνέχεια μιας υψηλού διανοητικού διαμετρήματος και με ισχυρές καταβολές, κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, σκέψη και ιδεολογία, στην οποία συμμετέχει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το σύνολο σχεδόν του ελληνικού κοσμοσυστήματος. Η περίπτωση του "κοινού λαού" στις λεγόμενες κοινότητες (στο σύστημα των πόλεων) αλλά και του δημοτικού τραγουδιού είναι εξόχως χαρακτηριστικές. Γι'αυτό και προκαλεί εύλογη απορία η σχεδόν παντελής αδιαφορία της ελληνικής ιστοριογραφίας για φαινόμενα τόσο σημαντικά για τη νεοελληνική εξέλιξη και απογείωση. http://contogeorgis.blogspot.gr/2011/02/blog-post_27.html
|
?? Επιστροφή