30-06-2021 10:29
Μαζί μας είναι...
Πρόσφατες δημοσιεύσεις
Designed by: |
kou_vas under danemm ordering |
Φιλοσοφία τάξη Β' :"ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ" |
Εκπαιδευτικό Υλικό - Θεωρητικές-Κοινωνικές-Οικονομικές επιστήμες (Β΄) | |||
Συντάχθηκε απο τον/την Ιωάννα Ρωμανού | |||
Δευτέρα, 19 Οκτώβριος 2015 08:42 | |||
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
Αναγκαία διδακτική επισήμανση Επειδή τα αισθητικά κριτήρια με τα οποία αξιολογούμε τα έργα τέχνης δεν είναι διαχρονικά, η έννοια της τέχνης προσλαμβάνει διαφορετικό περιεχόμενο. Άλλοτε δηλαδή εκλαμβάνεται ως πιστή αναπαράσταση της φύσης και της ζωής, άλλοτε ως το μέσο αποκάλυψης μιας βαθύτερης πραγματικότητας και ανάδειξης μύχιων συναισθημάτων με υπαρξιακές και μεταφυσικές προεκτάσεις, άλλοτε ως ένα παιχνίδι της φαντασίας ή τέλος, ως η αναζήτηση της πρωτοτυπίας στη μορφή του καλλιτεχνήματος που συνδέεται με την αυτο-αναφορικότητα της τέχνης.. Με μιαν ευρύχωρη πύλη παραβάλλω την τέχνη. Τα πάντα χωρούν από αυτήν να περάσουν. Αλλά τίποτε, που δεν πέρασε από αυτήν, δεν είναι τέχνη. Κων/νου Τσάτσου Αφορισμοί και διαλογισμοί, εκδ.Βιβλιοπωλείον της Εστίας,σ.47
H τέχνη ως μίμηση και αναπαράσταση της ζωής
Διδακτικός στόχος Να ρθούμε σε επαφή με την έννοια της αναπαράστασης, τις αντιδράσεις που προκαλεί, τα όρια της στον βαθμό που συνιστά «αντικειμενική» απεικόνιση.
Ερωτήσεις
Θέματα για συζήτηση Τέχνη ελεγχόμενη
Και η τέχνη οφείλει να συμβάλει στην καλλιέργεια της αρετής και επομένως πρέπει να υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο. Ακόμη και τα παραμύθια που διηγούνται οι τροφοί στα μικρά παιδιά πρέπει να είναι εγκεκριμένα. Ο Όμηρος και ο Ησίοδος αποκλείονται από τα σχολικά προγράμματα, επειδή ενίοτε παρουσιάζουν τους θεούς ως επίορκους, δολερούς, ευσυγκίνητους, χαροκόπους και απρεπείς (τι γνώμη θα σχημάτιζε ένας νέος για τους θεούς, αν άκουγε πως και αυτοί γελούν δυνατά σε κάθε ευκαιρία;). Οι παραδοσιακοί ποιητές με τις διηγήσεις τους για τον Άδη ενσταλάζουν στις τρυφερές ψυχές τον φόβο του θανάτου, ενώ ο νέος μόνο τη δουλεία πρέπει να φοβάται. Μεγάλο κίνδυνο συνιστά και η ταύτιση του νέου με άδικους και γενικότερα αρνητικούς χαρακτήρες, τους οποίους παρουσιάζει συνήθως η παραδοσιακή λογοτεχνία. Αντιθέτως ψυχωφελή αναγνώσματα και ακροάματα θεωρούνται οι ύμνοι προς τους θεούς, τα εγκώμια για τους ήρωες και φυσικά οι φιλοσοφικοί διάλογοι. Στο πρώτο μέρος του 10ου βιβλίου ο Πλάτωνας επικρίνει τη μιμητική τέχνη που διισχυριζόταν ότι αναπαριστούσε την πραγματικότητα. Αυτή η τέχνη που απευθύνεται στο άλογο μέρος της ψυχής οβελίζεται από την ιδεώδη πολιτεία, επειδή: α) βρίσκεται μακριά από την αλήθεια των Ιδεών και είναι βυθισμένη μέσα στην παχυλή άγνοια, β) παρουσιάζει αρνητικούς μάλλον παρά εποικοδομητικούς χαρακτήρες, και γ) διαταράσσει με τα πάθη που αφυπνίζει την αρμονία της ψυχής, δηλαδή παραβλάπτει τη δικαιοσύνη. Γιατί όμως η τέχνη απέχει μακριά (τρεις βαθμίδες!) από την αλήθεια; Ένα παράδειγμα από τη ζωγραφική διασαφηνίζει το ζήτημα. Ο θεός έπλασε την Ιδέα-τραπέζι. Ο ξυλουργός κατασκευάζει μιαν απομίμηση αυτής της Ιδέας. Το ζωγραφικό έργο που παριστάνει ένα τραπέζι είναι ατελής απομίμηση της ήδη ατελέστατης απομίμησης! Ο ζωγράφος δεν γνωρίζει την αληθή φύση του αντικειμένου που αναπαριστάνει. Πλανάται επομένως και πλανά. Με τον ίδιο τρόπο ενεργεί και ο ποιητής. Από την Εισαγωγή του σχολ. βιβλίου των Αρχαίων της Θεωρητικής Κατεύθυνσης στην Πολιτεία του Πλάτωνα,σ.88-89
· Με ποιους όρους ο Πλάτων αναγνωρίζει τον παιδευτικό ρόλο της τέχνης; Γιατί τηρεί απέναντί της επιφυλακτική έως αρνητική στάση;
Δύο πράγματα πρέπει να αναρωτηθούμε, όταν δεν μας ικανοποιεί η ακρίβεια ενός πίνακα. Το ένα είναι μήπως ο καλλιτέχνης είχε τους λόγους του για ν? αλλάξει την όψη των πραγμάτων. Θα ξαναβρούμε αυτούς τους λόγους όσο προχωρούμε στην ιστορία της τέχνης. Το άλλο είναι πως δεν πρέπει ποτέ να καταδικάζουμε ένα έργο επειδή δεν είναι σωστά σχεδιασμένο, εκτός κι αν είμαστε απόλυτα βέβαιοι πως έχουμε δίκια εμείς, και ο ζωγράφος άδικο. Όλοι έχουμε την τάση να αποφαινόμαστε βιαστικά ότι «δεν είναι αυτή η αληθινή όψη των πραγμάτων». Έχουμε την παράξενη συνήθεια να νομίζουμε πως η φύση πρέπει να μοιάζει με τις εικόνες που συνηθίσαμε να βλέπουμε. [?] Έχουμε όλοι την τάση να παραδεχόμαστε πως τα συμβατικά χρώματα και σχήματα είναι τα μόνα σωστά. Τα παιδιά νομίζουν συχνά πως τα άστρα έχουν το σχήμα του άστρου όπως το σχεδιάζουμε, ενώ δεν το έχουν. Εκείνοι που επιμένουν πως σε μια εικόνα ο ουρανός πρέπει οπωσδήποτε να είναι γαλάζιος και η χλόη πράσινη δε διαφέρουν πολύ από τα παιδιά. Αγανακτούν όταν βλέπουν άλλα χρώματα σε μιαν εικόνα. Αν ξεχάσουμε όμως όσα ξέρουμε για πράσινη χλόη και γαλάζιο ουρανό και αντικρίσουμε τον κόσμο σα να έχουμε έρθει από το διάστημα σε εξερευνητικό ταξίδι και βλέπουμε τη Γη για πρώτη φορά, θα βρούμε ίσως πως τα πράγματα έχουν τα πιο αναπάντεχα χρώματα. Και οι ζωγράφοι αισθάνονται πότε πότε πως κάνουν ένα τέτοιο εξερευνητικό ταξίδι. Θέλουν να δουν τον κόσμο για πρώτη φορά, να ελευθερωθούν από όλες τις συμβατικές έννοιες και τις προκαταλήψεις- ότι η σάρκα είναι ροδαλή και τα μήλα κίτρινα ή κόκκινα. Δεν είναι εύκολο να απαλλαγεί κανείς από αυτές τις προκαθορισμένες έννοιες, οι καλλιτέχνες όμως που το κατορθώνουν δημιουργούν συχνά τα πιο ενδιαφέροντα έργα. Αυτοί μας μαθαίνουν να ανακαλύπτουμε στη φύση νέες ομορφιές, που δεν είχαμε φανταστεί ποτέ πως είναι δυνατόν να υπάρχουν. Αν τους ακολουθήσουμε και μάθουμε κάτι κοντά τους, τότε, ακόμη και μια ματιά από το παράθυρό μας μπορεί να γίνει συναρπαστική περιπέτεια. Ε. Γκόμπριχ, Το χρονικό της τέχνης, μτφρ. Λίνα Κάσδαγλη, εκδ.Αθήνα, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1998,σ.26-29
ΖΩ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΖΩ Από τους καταρράκτες που ζωγραφίζω ακούω τους ήχους του κάθετου νερού. Οσφρίζομαι το άρωμα από τα λουλούδια και τα φρούτα που ζωγραφίζω. Ερωτοτροπώ με τους ανθρώπους που ζωγραφίζω. Επισκέφτομαι τα σπίτια τους, κυρίως τα εξοχικά. Γευματίζω μαζί τους. Ξαπλώνω στα κρεβάτια τους, παίζοντας μουσική με τα όργανα που ζωγραφίζω. Πετώ με τα πουλιά που ζωγραφίζω σε τόπους φανταστικούς και ανυποψίαστες πολιτείες. Σκαρφαλώνω στα δέντρα που ζωγραφίζω περνώντας τις ελεύθερες ώρες μου ξεδιπλώνοντας μνήμες και γεγονότα που κάθε φορά τα αντιλαμβάνομαι διαφορετικά. Με τη ζωγραφική μου απολαμβάνω χίλιες ζωές και ακόμα περισσότερες. Όταν τα βρίσκω σκούρα, όταν με ζώνουν τα άγχη και οι ανασφάλειες δραπετεύω στους ουρανούς που ζωγραφίζω με τα σύννεφα, τους αγγέλους, τα αεροπλανάκια, τα σπίτια, τα καράβια, τα φοινικόδεντρα που ζωγραφίζω, ωστόσο τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα όπως φαίνονται. Κάθε φορά που ζωγραφίζω έχω την εντύπωση ότι κάτω από τη σημαία με περιμένει μια τεράστια μαία να μονομαχήσουμε. Φαίδων Πατρικαλάκις ΣΤΗΝ κόψη ΤΗΣ μέρας Εκδ. Μανδραγόρας σ.47
Γιώργου Σεφέρη «Ο Ηνίοχος των Δελφών»Κατά το μεσημέρι στο Μουσείο, ξανακοίταξα τον Ηνίοχο. Δεν έζησε πολύ στα μάτια των παλαιών, καθώς μας λένε. Ένας σεισμός έθαψε το έργο εκατό χρόνια αφού το έστησαν - αυτός ο αιώνιος διάλογος, στους Δελφούς της οργής της γης και της ιερής γαλήνης. Έμεινα πολλή ώρα κοντά του. Όπως και άλλοτε, όπως πάντα, αυτή η ακίνητη κίνηση σου κόβει την ανάσα· δεν ξέρεις· χάνεσαι· έπειτα προσπαθείς να κρατηθείς από τις λεπτομέρειες: τα αμυγδαλωτά μάτια με το στηλό διάφανο βλέμμα, το θεληματικό σαγόνι, τις σκιές γύρω στα χείλια, στον αστράγαλο ή στα νύχια του ποδιού· ο χιτώνας που είναι και δεν είναι κολόνα· κοιτάζεις τις ραφές του, τις ταινίες που τον συγκρατούν σταυρωτά· τα γκέμια στο δεξί χέρι που μένουν εκεί κουβαριασμένα, ενώ τα άλογα έχουν καταποντιστεί μέσα στο χάσμα του καιρού. Έπειτα η ανάλυση σε ενοχλεί· έχεις την εντύπωση πως αφουγκράζεσαι μια γλώσσα που δε μιλιέται πια· τι σημαίνουν αυτές οι λεπτομέρειες που δεν είναι δεξιοτεχνίες· πώς εξαφανίζονται έτσι μέσα στο σύνολο· τι υπήρχε πίσω από αυτή τη ζωντανή παρουσία· διαφορετικές ιδέες, διαφορετικοί έρωτες· διαφορετική προσήλωση. Έχουμε δουλέψει σαν τα μερμήγκια και σαν τις μέλισσες πάνω σ? αυτά τ' απομεινάρια. Πόσο την έχουμε προσεγγίσει την ψυχή που τα έπλασε; Θέλω να πω: αυτή τη χάρη στην ακμή της, αυτή τη δύναμη, αυτή τη μετριοφροσύνη, κι αυτά που συμβολίζουν τέτοια σώματα. Αυτή τη σίγουρη πνοή που κάνει τον άψυχο χαλκό να υπερβαίνει τους κανόνες του λογικού μας και να γλιστρά μέσα σ? έναν άλλο χρόνο, καθώς στέκεται εκεί, στην ψυχρή αίθουσα του μουσείου. Γιώργος Σεφέρης, Δοκιμές, τ. Β΄, Ίκαρος, Αθήνα 1984, σ. 142-143] Το απόσπασμα ανθολογείται στο βιβλίο των Θεματικών μας κύκλων, στη σ.265.
· Πως προσεγγίζει τον Ηνίοχο ο Γιώργος Σεφέρης; Πιστεύετε πως όλοι οι επισκέπτες του Μουσείου τον βλέπουν με την ίδια ματιά; Τι έκανε σε σας ιδιαίτερη εντύπωση;
Ποιο είναι το σημείο συνάντησης και τι αισθήματα σας γεννούν ο πίνακας ζωγραφικής, το ποίημα, η τοιχογραφία της άνοιξης και το μουσικό κομμάτι που ακούσαμε; Πόσο κοντά βρίσκεται το καθένα στην πραγματικότητα; Αναπαριστούν με ρεαλισμό την άνοιξη;
Πού πήγε, λοιπόν, όλη εκείνη η άνοιξη Τάσου ΛειβαδίτηΠες μου, ά, πες μου, λοιπόν, πού πήγε όλη εκείνη η άνοιξη,τα χωρατά των σπουργιτιών, σγουρά γέλια των θάμνων, οι παπαρούνες σα γλυκά κόκκινα στόματα, ρυάκια μου ασυλλόγιστα, πού πάτε; Σαν ένας γρύλλος που ξεχάστηκε στη μέρα το ξύλινο μαγγανοπήγαδο μακριά, πλάι στο πηγάδι ο παππούς παίζοντας την κιθάρα του, «μακριά, σα θα φύγω, μάνα, στην ξενιτιά», ένα κλωνί βασιλικός μες στα χοντρά ρουθούνια του να ευωδιάζουν τα πλεμόνια του απ? τις στερνές ομορφιές της γης, πουλιά πετούσαν στα κλαδιά, σα να πηγαίνανε χαρούμενα μηνύματα από κόσμο σε κόσμο. Απρόοπτα, ξαφνιασμένα πρωινά και μεγάλα, μακρόσυρτα σούρουπα με τ? άστρα να τρέμουν μακριά σαν ανοιξιάτικα μουσκεμένα βλέφαρα, έκθαμβες ώρες, βαριές απ? όλο το γιγάντιο Αόριστο που έφτανε ως το πόνο.
που διαπερνούσαν σα ρίγη, πέρα κει κάτου, κει κάτου, μακριά, τους βραδινούς ορίζοντες.
|
|||
Τελευταία Ενημέρωση στις Δευτέρα, 19 Οκτώβριος 2015 09:17 |
?? Επιστροφή